Γκάλοπ, σφυγμομέτρηση ή διαμόρφωση της κοινής γνώμης;  

 

Θεόδωρος Ν. Καστρινός

17 Νοεμβρίου 1999

 

 

Θεωρητικά το πρώτο, ουσιαστικά πολλές φορές το δεύτερο.

Ασφαλώς εξαρτάται από το «στήσιμο» των ερωτήσεων και ενδεχόμενα από το ποιος έχει παραγγείλει τη δημοσκόπηση.

Ζητώ συγνώμη για το επιθετικό ύφος αλλά έχω γίνει έξω φρενών.

Το πρόσφατο γκάλοπ που διαβάσαμε και ακούσαμε από τις τηλεοράσεις έδινε το συμπέρασμα ότι οι Έλληνες νοσταλγούν τη δικτατορία και πραγματικά πιστεύω πως αυτό είναι εντελώς λάθος.

Δεν ξέρω αν η λάθος παρουσίαση οφείλεται στους παρουσιαστές και τους υπεύθυνους των εντύπων που πιθανόν θέλουν να εντυπωσιάσουν ή στην εταιρεία που έδωσε τα αποτελέσματα.

Οι Έλληνες εμπιστεύονται μόνο το στρατό και την εκκλησία. Δηλαδή δώστε μας μια 21η Απριλίου να ανοίξει η καρδιά μας.

Οι Έλληνες δεν εμπιστεύονται τους πολιτικούς, τα κόμματα και την βουλή. Δηλαδή οι Έλληνες δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς και τη Δημοκρατία.

Συγνώμη αλλά μάλλον κάπου υπάρχει λάθος.

Οι ερωτήσεις έχουν γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν απαντήσεις που δεν έχουν σχέση του τύπου, αποδέχομαι το «Α» και συνεπώς απορρίπτω το «μη Α» και το αποτέλεσμα που εξάγεται ως συνολική εκτίμηση είναι απόλυτα λανθασμένο καθώς αποτελεί ουσιαστικά συμπαρουσίαση ασχέτων μεταξύ τους παραμέτρων.

Το ζήτημα είναι γνωστό στους επαγγελματίες του χώρου και εδώ τίθεται το ερώτημα αν τα όσα παρουσιάστηκαν ως συμπεράσματα ήταν αποτελέσματα σοβαρής αμέλειας ή όχι.

Υποθέτω ότι αν υπήρχε η ερώτηση «Εμπιστεύεστε το σύλλογο του χωριού σας;» το ποσοστό θετικών απαντήσεων θα ήταν 99%. Θα μειοψηφούσε μόνο ο αποτυχών υποψήφιος πρόεδρος στις τελευταίες αρχαιρεσίες του συλλόγου.

Το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα θα είχε το ερώτημα «Εμπιστεύεστε την εθνική ομάδα άρσης βαρών». Εδώ θα μειοψηφούσε ένας που δεν κατάλαβε την ερώτηση.

Αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι δυνατόν να ενταχθούν σε ένα οποιοδήποτε γκάλοπ και στη συνέχεια να δημιουργήσουν εντυπώσεις στο κοινωνικό σύνολο για τάσεις που ουσιαστικά δεν υπάρχουν.

Ρώτησε το συγκεκριμένο γκάλοπ αν οι Έλληνες εμπιστεύονται το στρατό.

Αφελής ερώτηση. Αφελής γιατί και αν ακόμη δεν τον εμπιστεύονται οφείλουν να δηλώσουν ότι τον εμπιστεύονται για μύριους λόγους. Ακόμη και για να αισθάνονται ασφαλείς. Δεν προσπαθώ να πω πως ο στρατός μας είναι ανάξιος εμπιστοσύνης, κάθε άλλο, απλά προσπαθώ να αποδείξω το ότι η ερώτηση δεν επιδέχεται άλλης απάντησης. Ποιος θα επέτρεπε σους «γείτονες» να ακούσουν ότι η κοινή γνώμη δεν υπολήπτεται την αμυντική μας ασπίδα.

Και κάτι ακόμη. Η ερώτηση δεν ξεκαθαρίζει για ποια δουλειά εμπιστεύεται η κοινή γνώμη το στρατό. Για να φυλάει τα σύνορα ή για να κυβερνά τη χώρα;

Έτσι ξαναδιαβάσαμε διαφορά αλήστου μνήμης όπως «Πατρίς, θρησκεία, ...».

Λίγο περισσότερη προσοχή δε βλάπτει. Εκτός αν υπάρχει λόγος που δεν τον ξέρουμε και θα ΠΡΕΠΕΙ να τα ξαναδιαβάσουμε.

Στη συνέχεια έρχεται η ερώτηση, «Εμπιστεύεστε την εκκλησία;»

Και εδώ η απάντηση είναι σχεδόν υποχρεωτική. Και γιατί όχι. Οι Έλληνες ΔΕΝ θρησκεύονται, αυτό είναι γεγονός. Για το 97% εκκλησία σημαίνει Επιτάφιος και Ανάσταση. Δυο μέρες το χρόνο κι αυτό επειδή είναι αργία κι άνοιξη. Κι ας μην ξεσπαθώσουν οι θρησκευόμενοι. Η εκκλησία ζητά την προσέλευση στην θεία λειτουργία κάθε Κυριακή, ζητά την τήρηση των νηστειών, ζητά την εξομολόγηση, ζητά συγκεκριμένο τρόπο ντυσίματος, ζητά καθημερινή προσευχή, ζητά εγκράτεια κι αποχή από ένα σωρό συμβαίνοντα στην καθημερινή ζωή του καθενός. Ποιος λοιπόν τολμά να δηλώσει Ορθόδοξος Χριστιανός;

Αποτέλεσμα αυτού είναι, η ερώτηση να μην τους αφορά. Λένε λοιπόν ένα ΝΑΙ και καθαρίσανε, άσε που έτσι τα έχουν καλά και με την άνωθεν υπέρτατη εξουσία αλλά και τους επί γης εκπροσώπους της που καλό είναι να μη τους βάζεις απέναντί σου.

Ιδού λοιπόν η αμέριστή εμπιστοσύνη στην εκκλησία.

Ασφαλώς κι εδώ παραμένει ανοικτό το ζήτημα για ποια δουλειά την εμπιστεύονται.

Την εμπιστεύονται για να επιτελεί το θρησκευτικό της έργο ή για να παρεμβαίνει, να συμμετέχει και να ασκεί την πολιτική εξουσία;

Γιατί αν η ερώτηση τόσο για το στρατό όσο και για την εκκλησία δεν αφορά στην άσκηση του κυβερνητικού έργου, τότε η συνεξέταση των απαντήσεων σε συνάρτηση με τις απαντήσεις για την εμπιστοσύνη στους πολιτικούς, τα κόμματα και τη βουλή είναι αφελής ή δόλια.

Οι Έλληνες μπορούν να έχουν χιλιάδες λόγους για να μην είναι ευχαριστημένοι με τους πολιτικούς, τα κόμματα και τη βουλή χωρίς αυτό να σημαίνει καθόλου ότι θα προτιμούσαν να κυβερνώνται από στρατιωτικούς, παπάδες ή δικτάτορες.

Το γεγονός μάλιστα της δημοσίευσης του γκάλοπ την παραμονή της 17ης Νοέμβρη αποτελούσε τουλάχιστον ιεροσυλία.